Δικηγορικό Απόρρητο και Κράτος Δικαίου - Οι σημαντικότερες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

του Γιώργου Καζολέα, Δικηγόρου

Το απόρρητο της επικοινωνίας μεταξύ δικηγόρου και πελάτη αποτελεί αντικείμενο έννομης προστασίας και κάθε εξαίρεση, περιορισμός, ή υποσημείωση θα πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη αλλά και της αρχής της αναλογικότητας.

Η εμπιστευτικότητα της με κάθε μέσο επικοινωνίας κάθε πολίτη αποτελεί αντικείμενο προστασίας ούτως ή άλλως από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρο 8) και από τις εθνικές συνταγματικές επιταγές.

Πολύ δε περισσότερο προστατεύεται το δικηγορικό απόρρητο, καθώς οι δικηγόροι είναι συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης και διαδραματίζουν καταλυτικό ρόλο στις δημοκρατικές κοινωνίες.

Οποιαδήποτε ρύθμιση που επιχειρεί να αναιρέσει ή περιορίσει το δικηγορικό απόρρητο θέτει σε κίνδυνο το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 της ΕΣΔΑ), αμφισβητεί την αποτελεσματική δικαστική προσφυγή (άρθρο 13 ΕΣΔΑ) και συνεπώς υπονομεύει τη λειτουργία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης.

H Νομολογία του ΕΔΔΑ

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έχει εκδώσει πληθώρα αποφάσεων που υπερασπίστηκαν την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου των δικηγόρων.

Στην υπόθεση Niemietz κατά Γερμανίας το 1992 το ΕΔΔΑ διεύρυνε την έννοια της «ιδιωτικής ζωής» του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, ώστε να περιλαμβάνει και την επαγγελματική δραστηριότητα.

Το 1998 το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Ελβετία στην υπόθεση εναντίον της (Κopp κατά Ελβετίας), καθώς διαπίστωσε παράβαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. Στη συγκεκριμένη υπόθεση η Εισαγγελία παρακολουθούσε τις τηλεφωνικές γραμμές του γραφείου του προσφεύγοντος δικηγόρου στο πλαίσιο διερεύνησης ποινικής υπόθεσης, στην οποία ο δικηγόρος αποτελούσε τρίτο μέρος. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε διασφαλισθεί για το δικηγόρο ένας ελάχιστος βαθμός προστασίας από το Κράτος Δικαίου σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Το 2005 το ΕΔΔΑ καταδίκασε τη Φινλανδία στην υπόθεση εναντίον της (Petri Sallinen και άλλοι κατά Φινλανδίας) καθώς η αστυνομία κράτησε αντίγραφο από έναν σκληρό δίσκο που ανήκε στον προσφεύγοντα δικηγόρο. Ο δίσκος περιείχε μεταξύ άλλων ιδιωτικές πληροφορίες τριών πελατών του . Το Δικαστήριο έκρινε εν προκειμένω ότι ο φινλανδικός νόμος δεν παρείχε επαρκείς νομικές εξασφαλίσεις  καθώς ήταν ασαφής ως προς τις περιστάσεις που μπορεί ένα τέτοιο υλικό να ελεγχθεί και να κατασχεθεί από την αστυνομία.

Έρευνα στην κατοικία του δικηγόρου και σε τραπεζικούς λογαριασμούς του

Σε απόφαση του ΕΔΔΑ το 2007 (υπόθεση Smirnov κατά Ρωσίας) η ρωσική αστυνομία δεν περιορίστηκε μόνο στην έρευνα στο δικηγορικό γραφείο, αλλά την επέκτεινε και στην οικία του δικηγόρου. Συγκεκριμένα, η έρευνα έγινε στο διαμέρισμα του δικηγόρου, όπου ελέχθησαν  και κατασχέθηκαν έγγραφα και η κεντρική μονάδα του προσωπικού του υπολογιστή με σκοπό να ανευρεθούν στοιχεία και πληροφορίες πελατών του δικηγόρου, οι οποίοι ήταν ύποπτοι για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Ο σκοπός της έρευνας δεν ήταν άλλος από το να βρεθούν ενοχοποιητικά στοιχεία. Το ΕΔΔΑ έκρινε στην περίπτωση αυτή ότι παραβιάστηκε το δικηγορικό απόρρητο και ότι η έρευνα διεξήχθη χωρίς να τηρηθεί η αρχή της αναλογικότητας και χωρίς να τηρηθούν επαρκείς εξασφαλίσεις του επαγγελματικού απορρήτου.

Σε απόφαση του 2008 (Andre και άλλοι κατά Γαλλίας), οι φορολογικές αρχές έκαναν έρευνα σε δύο δικηγορικά γραφεία προκειμένου να ανακαλύψουν ενοχοποιητικά στοιχεία για φορολογικά εγκλήματα εναντίον εταιρείας η οποία ήταν εντολέας των δύο δικηγόρων. Κατασχέθηκαν έγγραφα και ιδιόχειρα σημειώματα.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε στην υπόθεση αυτή παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, κρίνοντας ότι η συγκεκριμένη έρευνα ήταν δυσανάλογη με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Έχει ιδιαίτερη σημασία η δικαστική κρίση του Δικαστηρίου εν προκειμένω , ότι οι έρευνες και οι κατασχέσεις στοιχείων και εγγράφων σε δικηγορικό γραφείο παραβιάζουν αναμφισβήτητα το δικηγορικό απόρρητο στην καρδιά της σχέσης εμπιστοσύνης που υπάρχει μεταξύ δικηγόρου και πελάτη και το δικαίωμα του πελάτη να μην ενοχοποιήσει τον εαυτό του.

Στην υπόθεση Sommer κατά Γερμανίας το 2017, το ΕΔΔΑ κλήθηκε να αποφασίσει επί έρευνας τραπεζικών  λογαριασμών δικηγόρου στο πλαίσιο ποινικής διερεύνησης υπόθεσης πελάτη του. Η εισαγγελία της Γερμανίας διέταξε έρευνα στους προσωπικούς λογαριασμούς του δικηγόρου χωρίς να ενημερώσει καν τον δικηγόρο και χωρίς να λάβει τις απαραίτητες δικαστικές διαδικαστικές εγγυήσεις για την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου. Τα στοιχεία από τις τραπεζικές συναλλαγές του δικηγόρου με τους πελάτες του συμπεριλήφθηκαν μάλιστα στη δικογραφία της υπόθεσης και γνωστοποιήθηκαν σε τρίτους. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο έλεγχος του τραπεζικού λογαριασμού παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας και δεν ήταν απαραίτητος σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Κατάσχεση σημειώματος που δόθηκε από δικηγόρο σε πελάτη του μέσα στο δικαστήριο

Σε υπόθεση του 2018 (Laurent κατά Γαλλίας) , το ΕΔΔΑ έκρινε ότι παραβιάστηκε το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ σε περίπτωση παρακράτησης από έναν αστυνομικό γραπτών σημειωμάτων, που ο προσφεύγων δικηγόρος παρέδωσε στους πελάτες του, οι οποίοι βρίσκονταν υπό αστυνομική συνοδεία μέσα στο χώρο του δικαστηρίου.

Το Δικαστήριο ειδικότερα διαπίστωσε ότι η παρακράτηση και το άνοιγμα της αλληλογραφίας του δικηγόρου που προοριζόταν για τους πελάτες του, δεν ανταποκρινόταν σε πιεστική κοινωνική ανάγκη και συνεπώς δεν ήταν αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία κατά την έννοια του άρθρου 8 της Σύμβασης.

Το ΕΔΔΑ διευκρίνισε ότι ένα διπλωμένο φύλλο χαρτιού στο οποίο ένας δικηγόρος έχει γράψει ένα μήνυμα προοριζόμενο για τον εντολέα του, αποτελεί προστατευμένη αλληλογραφία κατά την έννοια του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ.

Τόνισε ακόμα το Δικαστήριο ότι το περιεχόμενο των εγγράφων που παρακρατήθηκαν από τον αστυνομικό ήταν αδιάφορο, δεδομένου ότι, ανεξαρτήτως του σκοπού της, η αλληλογραφία μεταξύ των δικηγόρων και των πελατών τους αποτελεί ζήτημα ιδιωτικού και εμπιστευτικού χαρακτήρα.

Ελλείψει υποψίας για τέλεση οποιασδήποτε παράνομης πράξης, η παρακράτηση των εγγράφων δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί. Η πράξη του αστυνομικού να παρακρατήσει τα έγγραφα που ο δικηγόρος έδωσε στους πελάτες του, αποτελούσε παραβίαση του δικαιώματος επικοινωνίας συνηγόρου και εντολέα, σύμφωνα με το Δικαστήριο.

Καταδίκη της Ελλάδας για το δικηγορικό απόρρητο

Επίσης το 2018, το ΕΔΔΑ στην υπόθεση Λεωτσάκος κατά Ελλάδας έκρινε ομόφωνα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. Η υπόθεση αφορούσε σε έρευνα στην επαγγελματική εγκατάσταση του προσφεύγοντος δικηγόρου και στην κατάσχεση διαφόρων στοιχείων και εγγράφων στο πλαίσιο ποινικής έρευνας που τον αφορούσε προσωπικά (τα αδικήματα αφορούσαν νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και δωροδοκία δικαστών).

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ειδικότερα ότι οι διαδικαστικές παραλείψεις ήταν τέτοιες ώστε η έρευνα και η κατάσχεση που διενεργήθηκε στο γραφείο του δικηγόρου δεν μπορούσε να θεωρηθεί εύλογα αναλογική ως προς την επιδίωξη των νόμιμων σκοπών (πρόληψη του εγκλήματος) υπό το πρίσμα του συμφέροντος μιας δημοκρατικής κοινωνίας να εξασφαλίσει το σεβασμό στην κατοικία του πολίτη.

Μεταξύ άλλων ελλείψεων της διαδικασίας, ο προσφεύγων δικηγόρος δεν ήταν παρών κατά τη διάρκεια της έρευνας, η οποία διήρκεσε 12 ημέρες και οι Αρχές είχαν κατασχέσει ηλεκτρονικούς υπολογιστές και εκατοντάδες έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των αρχείων πελατών που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

Είναι σημαντικό ότι το Δικαστήριο θεώρησε πως η παρουσία ενός γείτονα ως ανεξάρτητου μάρτυρα δεν ήταν επαρκής εγγύηση, επειδή η συγκεκριμένη μάρτυρας δεν είχε νομικές γνώσεις και δεν ήταν σε θέση να διακρίνει έγγραφα που αφορούσαν υποθέσεις πελατών του δικηγόρου.

Το ΕΔΔΑ επεσήμανε περαιτέρω ότι οι έρευνες ή οι έλεγχοι της κατοικίας ή του γραφείου ενός δικηγόρου που ασκεί νόμιμα το επάγγελμά του, ως μέλος δικηγορικού συλλόγου, έπρεπε να συνοδεύονται από ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις.

Με το παραπάνω σκεπτικό το Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα να καταβάλει στον προσφεύγοντα δικηγόρο 2.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 2.034 ευρώ για δικαστικά έξοδα. 

Η τήρηση του δικηγορικού απορρήτου εγγύηση για το Κράτος Δικαίου

Η παρακολούθηση και χρήση τηλεφωνικών επικοινωνιών, ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και επιστολών μεταξύ δικηγόρου και πελάτη παραβιάζει προφανώς το δικηγορικό απόρρητο. Επίσης η έρευνα και κατάσχεση σε δικηγορικά γραφεία στοιχείων, εγγράφων και ηλεκτρονικών δεδομένων που αφορούν σε πληροφορίες των πελατών των δικηγόρων έρχεται σε αντίθεση με την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου που πηγάζει πρώτα και κύρια από την ειδική σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ δικηγόρου και πελάτη. 

Ο δικηγόρος δεν αποτελεί έναν απλό ιδιώτη που ο εντολέας μοιράζεται μαζί του κρίσιμες πληροφορίες. Αποτελεί αντιθέτως τον θεσμοθετημένο νομικό παραστάτη του που έχει υποχρέωση να τον εκπροσωπήσει και υπερασπιστεί στο πλαίσιο δίκαιης δίκης. Είναι ευνόητο ότι η μεταξύ τους σχέση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να είναι διάτρητη στην κρατική έρευνα. Αντίθετη θεώρηση αναιρεί συθέμελα το δικαίωμα του πολίτη σε δίκαιη δίκη και αποτελεσματική έννομη προστασία. 

 Δείτε την αρθρογραφία του Γιώργου Καζολέα εδώ

Σχόλια

Top Legal Stories

Τροποποίηση του περι Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου [Ν.124(Ι)/2024]

Aλλαγές στο πλαίσιο εφαρμογής του Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων - Ανάκληση προστίμων

Τροποποίηση στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο: Γνωστοποίηση όταν ικανοποιείται εγγεγραμμένη δικαστική απόφαση

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση έκδοσης Certiorari για την ακύρωση του πορίσματος της θανατικής ανακρίτριας στην υπόθεση θανάτου του Θανάση Νικολάου

Η Κύπρος παραπέμπεται στο Δικαστήριο της ΕΕ για μη ορθή μεταφορά της οδηγίας για τον έλεγχο της αναλογικότητας κατά τη νομοθετική κατοχύρωση επαγγελμάτων