Η ανακοίνωση του Ανωτάτου έχει ως εξής:
«Το Ανώτατο Δικαστήριο με έκπληξή του, πληροφορήθηκε,
διότι δεν κοινοποιήθηκε στο ίδιο, η επιστολή που ο Παγκύπριος Δικηγορικός
Σύλλογος απέστειλε προς τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 17.6.2020,
προχωρώντας ταυτοχρόνως στη δημοσιοποίησή της.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος
παρουσιάζει τα πράγματα, δεν αντανακλά, με κανένα τρόπο, την πραγματικότητα.
Είναι γνωστό ότι τα μεταρρυθμιστικά νομοσχέδια έχουν τύχει
επεξεργασίας κατ’ επανάληψη προτού παρουσιαστούν στη Βουλή των Αντιπροσώπων και
είχαν ληφθεί προς τούτο και οι απόψεις του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ο
Πρόεδρος του οποίου συμμετέχει στις εργασίες της Επιτροπής Μεταρρύθμισης.
Κατ’ αρχάς, το Ανώτατο Δικαστήριο (κατά πλειοψηφία) έχει
εκφράσει, καθηκόντως, τις επιφυλάξεις του, όσον αφορά την αλλαγή στη σύνθεση
του Δικαστικού Συμβουλίου. Παρά τις επιφυλάξεις του, επειδή πιστεύει και
προωθεί τη μεταρρύθμιση, δεν εναντιώθηκε στην προώθηση όλων των
νομοσχεδίων προς τη Βουλή των Αντιπροσώπων, για τη δική της κρίση επί των
θεμάτων.
Περαιτέρω, είναι άκρως λυπηρό και προσβλητικό να αναφέρεται
από το επίσημο Σώμα των δικηγόρων ότι το Δικαστικό Συμβούλιο, ως έχει σήμερα,
αποτελεί τροχοπέδη για τους υποψηφίους. Οι διαδικασίες διορισμού και προαγωγών
έχουν αλλάξει μετά από τις εισηγήσεις των εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
και τα νέα κριτήρια έχουν δημοσιοποιηθεί. Εναπόκειτο στο Ανώτατο Δικαστήριο, ως
το αρμόδιο Σώμα, να θεσπίσει τα νέα κριτήρια και λήφθηκαν προς τούτο υπόψη και
οι θέσεις, όπου αυτό ήταν δυνατό, των δικηγόρων. Οι διαδικασίες είναι απόλυτα
διαφανείς, αυστηρές, με γνώμονα την επιλογή των καταλληλοτέρων υποψηφίων, είτε
για διορισμό στη δικαστική έδρα, είτε για προαγωγή σε ανώτερη δικαστική
θέση. Το να βάλλονται συνεχώς οι διαδικασίες, δεν εξυπηρετεί το καλώς
νοούμενο συμφέρον της Δικαιοσύνης και δεν περιβάλλει με εμπιστοσύνη τις
επιλογές που γίνονται από το Δικαστικό Συμβούλιο, και, σε τελική ανάλυση,
πλήττει την εμπιστοσύνη του κοινού προς τους Θεσμούς.
Ακόμη πιο λυπηρό είναι το γεγονός ότι το επίσημο Σώμα των
δικηγόρων παρουσιάζεται να αγνοεί, μεταφέροντας εντελώς λανθασμένη εικόνα των
πιο κάτω:
1. Την ύπαρξη αντικειμενικών κριτηρίων διορισμού και
προαγωγής, στην εφαρμογή των οποίων εμπλέκεται και το ίδιο το δικηγορικό Σώμα,
αφού οι συστάσεις των οικείων δικηγορικών συλλόγων ως προς τους υποψηφίους
συνιστούν πρόκριμα για την κλήση τους σε συνέντευξη ενώπιον του Δικαστικού
Συμβουλίου. Θα έπρεπε δε να γνωρίζει ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού
Συλλόγου ότι οι 12 εκ των 13 προσφάτως διορισθέντων Δικαστών είχαν συστηθεί ως
κατάλληλοι από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους των
επαρχιών τους. Για τον 13ο, η Πρόεδρος του τοπικού δικηγορικού συλλόγου απλώς
δεν είχε επαρκή γνώση περί των ικανοτήτων του, ούτως ώστε να προχωρήσει σε
σχετική σύσταση.
2. Ότι οι αποφάσεις του Δικαστικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τα
νομοσχέδια που κατατέθηκαν στη Βουλή, θα ελέγχονται πλέον από το Ανώτατο
Συνταγματικό Δικαστήριο.
3. Ότι τρεις από τους νεοδιορισθέντες Δικαστές είχαν δικό
τους δικηγορικό γραφείο.
4. Ότι σε περίπτωση διορισμού των Δικαστών Εφετείου το
Δικαστικό Συμβούλιο δεν θα έχει τη μορφή που έχει σήμερα, αλλά σε αυτό θα
συμμετέχουν, σύμφωνα με το σχετικό νομοσχέδιο, τόσο ο Γενικός Εισαγγελέας όσο
και ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και ακόμη ένας δικηγόρος με
25ετή πείρα. Είναι το Δικαστικό Συμβούλιο υπό αυτή τη μορφή που θα αποφασίσει
ως προς τα κριτήρια και την καταλληλότητα των υποψηφίων για διορισμό στη θέση
των Δικαστών του νέου Εφετείου.
5. Ότι, μετά από τεράστιες προσπάθειες όλων των
εμπλεκομένων, κατέστη δυνατή η εξεύρεση χώρων για στέγαση των νέων Δικαστών και
του Εφετείου.
Η μεταρρύθμιση των Δικαστηρίων, όπως την έχει εισηγηθεί η
Κυβέρνηση, αποτελείται από πακέτο μέτρων που δεν μπορούν να διαχωριστούν κατά
τον τρόπο που εισηγείται ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος, ώστε να
δημιουργηθεί πρώτα το νέο Δικαστικό Συμβούλιο και να ακολουθήσουν τα υπόλοιπα.
Το Ανώτατο Δικαστήριο ήταν και είναι πάντοτε πρόθυμο να
συζητά καλόπιστες και λειτουργικές εισηγήσεις για την περαιτέρω πορεία της
Δικαιοσύνης. Το περιεχόμενο της επιστολής του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου,
δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά ως προς την επιλογή του
χρόνου δημοσιοποίησής του και δεν
βοηθά προς την κατεύθυνση της βελτίωσης των συνθηκών
απονομής της δικαιοσύνης. Αντιθέτως, λυπούμαστε να παρατηρήσουμε ότι είναι
αυτές οι σκέψεις και θέσεις που αποτελούν τροχοπέδη για τη μεταρρύθμιση και όχι
οι υφιστάμενες δομές του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Ανωτάτου Δικαστικού
Συμβουλίου».
Σχόλια