Αντιμονοπωλιακή νομοθεσία: Κατευθυντήριες γραμμές για τα εθνικά δικαστήρια που χειρίζονται τη γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών
Είχε προηγηθεί δημόσια διαβούλευση, κατά τη διάρκεια της οποίας, η Επιτροπή έλαβε απαντήσεις από διάφορους ενδιαφερόμενους φορείς, οι οποίοι επιβεβαίωσαν την ανάγκη για περαιτέρω καθοδήγηση σχετικά με τη γνωστοποίηση των αποδεικτικών στοιχείων.
Η οδηγία σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας βοηθά τους πολίτες και τις επιχειρήσεις να αξιώνουν αποζημίωση αν είναι θύματα παραβιάσεων των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ.
Στο πλαίσιο αυτό, τα εθνικά δικαστήρια είναι πιθανό να λαμβάνουν αιτήσεις γνωστοποίησης αποδεικτικών στοιχείων που περιέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες. Η οδηγία σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας υποχρεώνει τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι τα εθνικά δικαστήρια έχουν την εξουσία να διατάσσουν τη γνωστοποίηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, υπό την προϋπόθεση ότι η αξίωση αποζημίωσης είναι βάσιμη, τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται είναι συναφή και το αίτημα γνωστοποίησης είναι αναλογικό.
Εάν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις και έχουν ληφθεί μέτρα για την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών, τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να διατάξουν τη γνωστοποίηση αποδεικτικών στοιχείων. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με την οδηγία σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα εθνικά δικαστήρια έχουν στη διάθεσή τους αποτελεσματικά μέτρα για την προστασία των εν λόγω εμπιστευτικών πληροφοριών.
Οι εθνικές νομοθεσίες μπορεί να διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό όσον αφορά την πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες και την προστασία τους. Είναι πολύ σημαντικό τα εθνικά δικαστήρια να επιτύχουν τη σωστή ισορροπία μεταξύ του δικαιώματος των εναγόντων να έχουν πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες και του δικαιώματος ενός διαδίκου να προστατεύει τις εμπιστευτικές πληροφορίες.
Για να υποστηρίξει τα εθνικά δικαστήρια στο έργο αυτό, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία επιδιώκει να παράσχει πρακτική καθοδήγηση στα εθνικά δικαστήρια για την επιλογή αποτελεσματικών μέτρων προστασίας, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης, το είδος των πληροφοριών που ζητούνται, το εύρος της γνωστοποίησης, τους διαδίκους και τις σχέσεις τους, καθώς και τις διοικητικές επιβαρύνσεις και θέματα κόστους.
Η ανακοίνωση παρουσιάζει ορισμένα μέτρα (π.χ. απαλοιφή σημείων των εγγράφων, κύκλους εμπιστευτικότητας, χρήση πραγματογνωμόνων, συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών) που μπορούν να διατάξουν τα εθνικά δικαστήρια, ανάλογα με το δικονομικό τους πλαίσιο, για την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών στο πλαίσιο αιτημάτων γνωστοποίησης, καθ' όλη τη διάρκεια και μετά την περάτωση της διαδικασίας, και περιγράφει πώς και πότε τα εν λόγω μέτρα θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικά.
Η ανακοίνωση δεν είναι δεσμευτική για τα εθνικά δικαστήρια και δεν τροποποιεί ούτε μεταβάλλει τους δικονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στις αστικές διαδικασίες στα διάφορα κράτη μέλη.
Η ανακοίνωση είναι διαθέσιμη σε όλες τις επίσημες γλώσσες εδώ.
Οι παραβιάσεις της ενωσιακής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, όπως οι συμπράξεις ή οι καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης, βλάπτουν σε πολύ μεγάλο βαθμό όχι μόνο την οικονομία συνολικά αλλά και τις μεμονωμένες επιχειρήσεις και τους καταναλωτές, που ενδέχεται να υποστούν ζημίες, για παράδειγμα, εξαιτίας υψηλότερων τιμών ή διαφυγόντων κερδών λόγω αποκλεισμού από την αγορά.
Τα θύματα δικαιούνται αποζημίωση για τη ζημία αυτή, την οποία μπορούν να κερδίσουν με την άσκηση αγωγής αποζημίωσης ενώπιον εθνικού δικαστηρίου. Η οδηγία σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, την οποία έχουν μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο όλα τα κράτη μέλη, καθιστά ευκολότερη την καταβολή αποζημίωσης στα θύματα αντιανταγωνιστικών πρακτικών.
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας είναι διαθέσιμες εδώ.
Σχόλια