Παράταση προθεσμιών λόγω covid-19: Επιβεβλημένη η αναλογική εφαρμογή και στις διοικητικές προσφυγές

του Γιώργου Καζολέα, δικηγόρου

Ο περί Ερμηνείας Τροποποιητικός Νόμος του 2021 επιφέρει τροποποίηση του άρθρου 31 (επιμέτρηση χρόνου) ώστε η προθεσμία ή χρόνος παραγραφής για καταχώρηση αγωγής σε οποιοδήποτε δικαστήριο που λήγει στο διάστημα από 15.1.2021 μέχρι και 31.5.2021 να παρατείνεται μέχρι 30.6.2021. Η ρύθμιση είναι αντίστοιχη με τον περί Ερμηνείας Τροποποιητικό Νόμο του 2020 (αναστολή μέχρι 31.7.2020 για προθεσμίες που έληγαν εντός της περιόδου από 15.3.2020 μέχρι και 30.6.2020).

Στο τέλος της διάταξης τέθηκε η επιφύλαξη : «Νοείται ότι για σκοπούς της παρούσας παραγράφου «αγωγή» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου». Ο τελευταίος παραπέμπει στον περί Δικαστηρίων Νόμο, σύμφωνα με τον οποίο, «"αγωγή" σημαίvει πoλιτικήv διαδικασίαv αρχoμέvηv διά κλητηρίoυ εvτάλματoς ή κατά τoιoύτov άλλov τρόπov ως καθoρίζεται υπό διαδικαστικoύ καvovισμoύ»[1].

Στην αιτιολογική έκθεση του τροποποιητικού περί ερμηνείας νόμου του 2021 αναφέρεται ότι «σκοπός της πρότασης νόμου είναι η τροποποίηση του περί Ερμηνείας Νόμου έτσι ώστε να ανασταλούν ορισμένες προθεσμίες οι οποίες τίθενται σε νομοθεσίες για την άσκηση των δικαιωμάτων των πολιτών για πρόσβαση στη δικαιοσύνη προκειμένου να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα αυτά μέχρι την λήξη των εξαιρετικών και απρόβλεπτων περιστάσεων που δημιουργήθηκαν στον τομέα της δημόσιας υγείας από την συνεχιζόμενη έξαρση της πανδημίας COVID-19, συνεπεία των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της πανδημίας αυτής».

Από την διατύπωση, οι προσφυγές ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου φαίνεται να εξαιρούνται της ρύθμισης, εξαίρεση ωστόσο που δεν μπορεί πειστικά να δικαιολογηθεί. Η παράταση της προθεσμίας των 75 ημερών που προβλέπει το άρθρο 146 παρ.3 του Συντάγματος είναι επιβεβλημένη για τους ίδιους λόγους που επικαλείται ανωτέρω η αιτιολογική έκθεση για τις αγωγές. Και οι διοικητικές προσφυγές αφορούν σε άσκηση δικαιωμάτων των πολιτών για πρόσβαση στη δικαιοσύνη και δεν προκύπτει γιατί εν προκειμένω δεν υπάρχει ανάγκη διαφύλαξης των δικαιωμάτων αυτών[2]. Ούτε προκύπτει ότι τα μέτρα για τον Covid-19 επηρεάζουν μόνο την πολιτική δικαιοδοσία και όχι τη διοικητική.

Επιχείρημα για την παράταση και στις διοικητικές προσφυγές δεν δίνει η πρόσφατη τροποποίηση της παρ.3 του άρθρου 146 του Συντάγματος που είχε ως αποτέλεσμα την πρόβλεψη συντομότερης προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, καθώς εν προκειμένω πρόκειται για νομοθετική καθιέρωση διαφορετικής προθεσμίας για ειδική κατηγορία προσφυγών. Το ζητούμενο με την προθεσμία των 75 ημερών για τις διοικητικές προσφυγές δεν είναι να τροποποιηθεί νομοθετικά, αλλά η παράταση της, δηλαδή να υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής του τροποποιητικού περί Ερμηνείας νόμου, ώστε να παρατείνεται η προθεσμία όπως ρυθμίστηκε και για τις αγωγές.

Αν δεν νομοθετηθεί ρητώς μια τέτοια υπαγωγή, κατά τη γνώμη μου, είναι δυνατή η ανάλογη εφαρμογή της διάταξης και για τις διοικητικές προσφυγές. Άλλωστε δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η διαδικασία στο Διοικητικό Δικαστήριο παραπέμπει σε εφαρμογή της δικονομίας και πρακτικής της πολιτικής δικαιοδοσίας.

Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) αρ.18 ρητά αναφέρει: «Ο κατά την ημέραν της εκδόσεως του παρόντος Κανονισμού ισχύων εν τη Δημοκρατία περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικός Κανονισμός θα εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών και εφ' όσον αι περιστάσεις επιτρέπουν τούτο, εις πάσαν διαδικασίαν ενώπιον του Δικαστηρίου, εκτός εάν άλλως προβλέπεται εις τον παρόντα Κανονισμόν ή εκτός το Δικαστήριον ή Δικαστής άλλως ήθελεν ορίσει». Ο εν λόγω κανονισμός αποτελεί τη βάση ανάλογης εφαρμογής Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας στη διοικητική δίκη (π.χ. διαδικασία ενδιάμεσων αιτήσεων).

Επίσης, ο Περί Εφέσεων (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1964 ρητώς παραπέμπει στη Διαταγή 35 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για τις εφέσεις.[3]

Στις φορολογικές διαφορές, ο περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμος του 2015 ρητώς παραπέμπει μέχρι την έκδοση διαδικαστικού κανονισμού, στην εφαρμογή των διαδικαστικών κανονισμών, της δικονομίας και πρακτικής κατά την εκδίκαση αστικών υποθέσεων.[4]

Και από ουσιαστικής άποψης όμως, το θέμα της αναστολής της προθεσμίας των 75 ημερών δεν είναι άγνωστο στην κυπριακή έννομη τάξη. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις η ροή του χρόνου των 75 ημερών μπορεί να ανακοπεί, για όσο χρόνο αυτές διαρκούν· ο χρόνος συνεχίζει να τρέχει μόλις αυτές παρέλθουν.  Εξαιρετικές περιστάσεις είναι συνώνυμες με περιστάσεις ανωτέρας βίας «force majeure», οι οποίες καθιστούν την άσκηση προσφυγής για όσο χρόνο διαρκούν, αδύνατη[5].

Ανεξάρτητα από την ad hoc εξέταση σε κάθε περίπτωση για το αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανωτέρας βίας, εν προκειμένω υπάρχει ήδη ψηφισμένη νομοθεσία που επιβεβαιώνει τις έκτακτες και εξαιρετικές περιστάσεις που έχει προκαλέσει η πανδημία και καθιερώνει την αναστολή των προθεσμιών και χρόνων παραγραφής για τις αγώγιμες αξιώσεις[6].

Δεν υπάρχει επομένως πειστική δικαιοπολιτική εξήγηση γιατί τα δικαιώματα των πολιτών που ενσωματώνονται στην άσκηση της διοικητικής προσφυγής δεν πρέπει να τύχουν της ίδιας προστασίας και η συγκεκριμένη διαφοροποίηση που προκαλείται στο δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη δεν στηρίζεται σε κανένα νόμιμο λόγο. Η αναλογική εφαρμογή της ρύθμισης και στις διοικητικές προσφυγές είναι επιβεβλημένη.


[1] Πηγή: oxygono.org

[2] «Με τη συνδρομή του διοικητικού δικαστή , ο φορέας ενός δικαιώματος δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την άσκηση του δικαιώματος , διεκδικεί την αυθεντική αναγνώρισή του και επιζητεί τη συμμόρφωση του υπόχρεου προς το περιεχόμενο του δικαιώματος. Έτσι, μπορεί να λεχθεί ότι πως η κατάσταση δεν διαφέρει ουσιωδώς από την πολιτική δίκη. Όπως η πολιτική δίκη αποβλέπει στην προστασία των ιδιωτικών δικαιωμάτων διαδίκων, έτσι και η διοικητική δίκη έχει αντίστοιχα ως βασικό στόχο την προστασία των δημοσίων δικαιωμάτων και λοιπών έννομων συμφερόντων του ιδιώτη, τα οποία προσβάλλει και θίγει η Διοίκηση με τις ενέργειές της». (Κυπριακό Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Δρ. Κώστας Παρασκευά, Νομ.Βιβλιοθήκη 2020)

[3] Κανονισμός 3: Αι πρόνοιαι της Διατάξεως 35 του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού αι αναφερόμεναι εις εφέσεις θα εφαρμόζωνται, τηρουμένων των αναλογιών, εις εφέσεις εξ αποφάσεως Δικαστού ή Δικαστών ενασκούντων αναθεωρητικήν δικαιοδοσίαν δυνάμει της παραγράφου (2) του άρθρου 11 του Νόμου.

[4] Κανονισμός 12 παρ.2 β’: Μέχρι την έκδοση διαδικαστικού κανονισμού, σύμφωνα με το εδάφιο (1), το Διοικητικό Δικαστήριο -  (β) προκειμένου περί προσφυγής που εμπίπτει στις διατάξεις των εδαφίων (2) και (4) του άρθρου 11, εφαρμόζει κατά το δυνατόν τους διαδικαστικούς κανονισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο (α), καθώς και τους διαδικαστικούς κανονισμούς, τη δικονομία και την πρακτική που το Επαρχιακό Δικαστήριο εφαρμόζει κατά την εκδίκαση αστικών υποθέσεων.

[5] Βλμεταξύ άλλων John Moran and The Republic (Attorney-General and Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 10, 13. Joyce Marcoullides & The Greek Communal Chamber (Director of Greek Education) 4 R.S.C.C. 7, 10.  Potamitis v. Water Board of Limassol (1985) 3 C.L.R. 260, 270, 271.

[6] Αξίζει να αναφερθεί ότι και στη συγγενή , ως προς τη διοικητική δικαιοσύνη, έννομη τάξη της Ελλάδας, είχε ανασταλεί η προθεσμία άσκησης της αίτησης ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως και για τα λοιπά ένδικα μέσα ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων , λόγω των εξαιρετικών συνθηκών που δημιούργησε η πανδημία.

Σχόλια

Top Legal Stories

Τροποποίηση του περι Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου [Ν.124(Ι)/2024]

Aλλαγές στο πλαίσιο εφαρμογής του Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων - Ανάκληση προστίμων

Τροποποίηση στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο: Γνωστοποίηση όταν ικανοποιείται εγγεγραμμένη δικαστική απόφαση

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση έκδοσης Certiorari για την ακύρωση του πορίσματος της θανατικής ανακρίτριας στην υπόθεση θανάτου του Θανάση Νικολάου

Η Κύπρος παραπέμπεται στο Δικαστήριο της ΕΕ για μη ορθή μεταφορά της οδηγίας για τον έλεγχο της αναλογικότητας κατά τη νομοθετική κατοχύρωση επαγγελμάτων