Απόρριψη ένστασης λόγω μη υποβολής της μέσω δικηγόρου: Παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη (ΕΔΔΑ)
To Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δικαίωσε δύο πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν για την απόρριψη της ένστασης τους κατά διαταγών πληρωμής επειδή δεν υποβλήθηκε μέσω δικηγόρου.
Βασιζόμενοι κυρίως στο άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη ακρόαση) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν ότι οι αντιρρήσεις τους απορρίφθηκαν χωρίς να εξεταστούν επί της ουσίας, καθώς απορρίφθηκαν λόγω μη υποβολής της ένστασης τους από δικηγόρο, αλλά προσωπικά από τους ίδιους.Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ στην απόφασή του ημερ.9.5.2023 στην υπόθεση Kitanovska and Barbulovski v. North Macedonia (αρ. 53030/19 και 31378/20), σημειώνει τις ιδιαίτερες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης και δίνει σημαντική βαρύτητα στο γεγονός ότι πριν από την επίμαχη διαδικασία, οι προσφεύγοντες συμμετείχαν σε πέντε σειρές παρόμοιων, αν όχι πανομοιότυπων, διαδικασιών που αφορούσαν αξιώσεις που κυμαίνονταν από 30 έως 110 ευρώ, και στις οποίες υπέβαλαν τις ενστάσεις μέσω δικηγόρου και κατέβαλαν τις αντίστοιχες δικηγορικές αμοιβές.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι προσφεύγοντες δεν εξήγησαν γιατί δεν είχαν την δυνατότητα να υποβάλουν την ένστασή τους μέσω δικηγόρου στην επίδικη υπόθεση. Για να συνταχθεί, να σφραγιστεί και να υπογραφεί η ένσταση από δικηγόρο, οι προσφεύγοντες θα έπρεπε να πληρώσουν τουλάχιστον 16 ευρώ. Αν και αυτό το τέλος δεν φαίνεται από μόνο του υψηλό , όπως σημειώνει το ΕΔΔΑ, ανέρχεται σχεδόν στο ένα έκτο της αξίας της κύριας αξίωσης.
Επιπλέον, το Δικαστήριο δεν μπορεί να διακρίνει κανένα σχετικό λόγο για τον οποίο οι προσφεύγοντες, που είχαν ήδη υποβάλει τέτοιες αντιρρήσεις μέσω δικηγόρου στο παρελθόν, δεν θα έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να προβάλουν παρόμοια επιχειρήματα στην υπό κρίση υπόθεση, ούτε πώς αυτό θα παρεμπόδιζε την ασφάλεια δικαίου.
Το Δικαστήριο επισήμανε περαιτέρω ότι η απαίτηση να υποβληθεί η ένσταση κατά της διαταγής πληρωμής μέσω δικηγόρου ήταν γενική και εφαρμόστηκε αυτόματα, χωρίς καμία δυνατότητα για τα δικαστήρια να λάβουν υπόψη τις ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης των αιτούντων και χωρίς καμία δυνατότητα εξαιρέσεων . Τα εθνικά δικαστήρια απέρριψαν αμέσως την ένσταση των προσφευγόντων, καθώς δεν υπήρχε δυνατότητα βάσει του εσωτερικού δικαίου για τον οφειλέτη να επανορθώσει μια διαδικαστική παράλειψη μετά την εκπνοή της προθεσμίας για την υποβολή της ένστασης .
Το Δικαστήριο σημείωσε επιπλέον ότι η Κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας δεν αμφισβήτησε ρητά το επιχείρημα των προσφευγόντων ότι δεν ήταν επιλέξιμοι να λάβουν νομική αρωγή στην εν λόγω διαδικασία, καθώς η σύνταξη που λάμβαναν ήταν πάνω από το σχετικό όριο που προβλέπεται στο εσωτερικό δίκαιο. Μολονότι οι προσφεύγοντες δεν υποστήριξαν ότι το κόστος πρόσληψης δικηγόρου θα τους επιβάρυνε υπερβολικά, το Δικαστήριο έκρινε ωστόσο ότι στις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, όπου η αμοιβή ήταν σχεδόν το ένα έκτο της αξίας της κύριας αξίωσης, και η αξίωση ήταν απλή και επαναλαμβανόμενη, η απαίτηση για την υποβολή της ένστασης αποκλειστικά μέσω δικηγόρου ήταν δυσανάλογη.
Με βάση τις σκέψεις αυτές, το ΕΔΔΑ συμπέρανε ότι, υπό τις συνθήκες της παρούσας υπόθεσης, ο περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης των προσφευγόντων σε δικαστήριο ήταν δυσανάλογος και κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης και επιδίκασε αποζημίωση 900 ευρώ στη μία εκ των δύο προσφευγόντων. (cylegalnews.com/echr.coe.int)
Σχόλια